Ακολουθεί η εισήγησή μας στην εκδήλωση με τίτλο «Παλαιστίνη: λαός ή τάξη;», στο πλαίσιο του τριημέρου που πραγματοποιήθηκε στην κατάληψη Φάμπρικα Υφανέτ στις 25/10/2025 με τίτλο: «Τρείς ημέρες για τον πόλεμο, τον εθνικισμό και άλλα δεινά».
Σε περιόδους επανεμφάνισης και ηγεμονίας εθνικοαπελευθερωτικών/νεοαντιαποικιακών ιδεολογιών και γενίκευσης των πολεμικών συρράξεων είναι παραπάνω από χρήσιμος ο διάλογος γύρω από τα εν εξελίξει πολεμικά μέτωπα και τις όποιες απαντήσεις μπορούμε να δώσουμε μέσα από μια πραγματική αντιπολεμική/διεθνιστική θεωρητικοπρακτική προσέγγιση.
Λίγα λόγια εν είδει αυτοπαρουσίασης. Η ομάδα μας δημιουργήθηκε το καλοκαίρι του 2024, λίγο μετά τη συμμετοχή κάποιων συντροφισσών στο Action Week στην Πράγα, μια αντιπολεμική συνάντηση στην οποία συμμετείχαν ομάδες και άτομα από την Κεντρική και Νότια Ευρώπη, τα Βαλκάνια, τη Ρωσία, την Ουκρανία, τις ΗΠΑ και τη Νότια Αμερική, με σκοπό τον συντονισμό αντιπολεμικών δράσεων και την παρουσίαση θεωρητικών αναλύσεων και εκδόσεων γύρω από τη συμβολή του πολέμου στην επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας του προλεταριάτου και γύρω από τη συλλογική μας αντίσταση, το σαμποτάρισμα της πολεμικής βιομηχανίας, την υποστήριξη της λιποταξίας και τον επαναστατικό ντεφετισμό.
Πολλές από εμάς, στο πλαίσιο της Συνέλευσης Ενάντια στη Βιοεξουσία και την Κλεισούρα, στην οποία υπήρξαμε μέλη, είχαμε συμμετάσχει στην έκδοση μιας σειράς μεταφράσεων αντιπολεμικού υλικού, με σκοπό την προώθηση της διεθνιστικής προλεταριακής, ντεφετιστικής οπτικής στη συγκυρία του πολέμου της Ουκρανίας. Μετά την 7η Οκτώβρη του 2023, είχαμε επίσης διοργανώσει κάποιες προπαγανδιστικές δράσεις και μια συζήτηση-εκδήλωση στο Αυτοδιαχειριζόμενο Κυλικείο Νομικής, γύρω από την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση, την ταξική σύνθεση, το καθεστώς συσσώρευσης και τους κοινούς αγώνες Ισραηλινών και Παλαιστίνιων στην περιοχή του Ισραήλ/Παλαιστίνη.
Η ενασχόλησή μας με τον πόλεμο και η συγκεκριμένη προλεταριακή/αντιπολεμική οπτική μας δεν προέκυψε φυσικά σε ιστορικό κενό. Οι περισσότερες από μας είχαμε συνυπάρξει την προηγούμενη τετραετία συμμετέχοντας σε αγώνες ενάντια σ’ έναν άλλου είδους πόλεμο, παγκόσμιας έκτασης, που διεξήχθη σε συνθήκες καπιταλιστικής «ειρήνης»: μια γενικευμένη επιχείρηση υγειονομικού καταναγκασμού συνδυασμένη με την ακόμα μεγαλύτερη συμπίεση του άμεσου και του κοινωνικού μισθού και την ενίσχυση του διευθυντικού δικαιώματος των αφεντικών, αρχικά στη βάση του διαχωρισμού μας σε πειθαρχημένες (υγειονομικά πιστοποιημένες) και σε απείθαρχες εργαζόμενες.
Επιστρέφοντας στη σημερινή εκδήλωση, ο τίτλος της –που είναι επίσης ο τίτλος της δεύτερης σε σειρά συνέντευξης του Μινασιάν «Παλαιστίνη: Λαός ή Τάξη;»– είναι σε μεγάλο βαθμό το βασικό ερώτημα που τίθεται όταν καλούμαστε να συζητήσουμε γύρω από το διεθνές κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που επιλέξαμε αρχικά να μεταφράσουμε την εν λόγω συνέντευξη και στη συνέχεια να τη συμπεριλάβουμε ως Παράρτημα σε μια μεγαλύτερη σε έκταση έκδοση με τίτλο «Από τη δεύτερη Ιντιφάντα στην 7η Οκτώβρη».
Μέρος Α΄: Τι μας κίνησε να συζητήσουμε για τον Μινασιάν και την τρέχουσα ισραηλινο-παλαιστινιακή σύρραξη
Η εγχώρια έκφραση του λεγόμενου «φιλο-παλαιστινιακού» κινήματος είχε κεντρικό ρόλο στις συζητήσεις μας από το καλοκαίρι του 2024. Οι κινητοποιήσεις αλληλεγγύης προήλθαν, κατά βάση, από την αριστερά και αρχικά προσχώρησαν σε αυτή ομάδες του α/α χώρου που είχαν ήδη από καιρό υιοθετήσει εθνοκεντρικές/«αντι-ιμπεριαλιστικές» θέσεις γύρω από το ζήτημα, στη συνέχεια, όμως, η συμμετοχή του «χώρου» γενικεύτηκε. Οι κεντρικοί άξονες της συνθηματολογίας και της δράσης των πιο φανατικών και στην πραγματικότητα κυρίαρχων τάσεων σε αυτές τις κινητοποιήσεις ήταν οι εξής:
1) Η αντίληψη της επίθεσης της 7ης Οκτώβρη ως μιας σημαντικής πράξης «αντίστασης» των Παλαιστινίων με στόχο την εθνική απελευθέρωση.
2) Η πλήρης ταύτιση των τάσεων αυτών –με άμεση επίπτωση στο περιεχόμενο των κινητοποιήσεων– με τη δράση των ένοπλων οργανώσεων (Χαμάς, Χούθι κλπ.), ως έκφρασης της βούλησης μιας υποτιθέμενα ενοποιημένης και όχι μιας ταξικά διαιρεμένης κοινωνίας (λαός έναντι τάξης).
3) Διάχυση και διεθνοποίηση στις δυτικές μητροπόλεις του «Αιτήματος Αυτοδιάθεσης της Παλαιστίνης», δηλαδή του παλαιστινιακού εθνικισμού, ως προγραμματικού στόχου που επιτυγχάνεται με την υποστήριξη του «άξονα της αντίστασης» (Ιράν, Χεσμπολάχ, Χούθι κ.α.), δηλαδή μιας συμμαχίας που συγκροτεί έναν ανταγωνιστικό ιμπεριαλιστικό πόλο στην περιοχή.
4) Το πλασάρισμα της υποστήριξης του παλαιστινιακού εθνικισμού ως αντιπολεμικού και αντιεθνι(κιστι)κού προτάγματος με πρόσχημα την υποστήριξη που παρέχει το ελληνικό κράτος στο Ισραήλ.
Σε μεγάλο βαθμό η δράση αυτών των τάσεων προσανατολίστηκε στην προπαγάνδιση του μποϊκοτάζ ισραηλινών επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων που κάνουν μπιζνες στο Ισραήλ και σε διαμαρτυρίες στην ισραηλινή πρεσβεία, και σε μικρότερο βαθμό σε κινητοποιήσεις εντός πανεπιστημιακών χώρων επηρεασμένες από το διεθνές κίνημα διαμαρτυρίας σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Ευρώπης και σε συμβολικά μπλοκαρίσματα της μεταφοράς οπλισμού και εμπορευμάτων από και προς το Ισραήλ.
Δεν εναντιωνόμαστε γενικά και αόριστα στις κινητοποιήσεις αυτές, ούτε θέλουμε να μειώσουμε τη σημασία τους στα πλαίσια των αντιπολεμικών δράσεων. Σε κάποιες από αυτές βλέπουμε τις εαυτές μας να συμμετέχουν, εφόσον το περιεχόμενο ήταν αντιπολεμικό πραγματικά. Αυτό, επομένως, που μας προβλημάτισε είναι ότι σ’ αυτές κυριάρχησαν πλήρως τα σύμβολα και η ατζέντα του παλαιστινιακού εθνικισμού. Κάτι τέτοιο πέρα από την προφανή αποσιώπηση της σύγκρουσης που διεξάγεται διαχρονικά και πολλές φορές υπόγεια μεταξύ παλαιστινιακής αστικής και εργατικής τάξης οδήγησε σταδιακά στην υιοθέτηση μιας σύγχρονης αντιαποικιακής ιδεολογίας. Ως αποτέλεσμα, το προλεταριάτο του Ισραήλ/Παλαιστίνης και οι αγώνες του παραμερίστηκαν πλήρως και υιοθετήθηκε ένα στρεβλό σχήμα, στο οποίο από τη μία το σύνολο των ισραηλινών πολιτών θεωρήθηκαν ως καταπιεστές και αποικιοκράτες και από την άλλη το σύνολο των παλαιστινίων, καταπιεσμένοι και αποικιοκρατούμενοι.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η όποια αντιπολεμική-διεθνιστική ή πιο συνολικά προλεταριακή προοπτική μπορεί να υπήρχε σε τέτοιου είδους κινητοποιήσεις υποχώρησε σταδιακά δίνοντας τη θέση της κατά βάση σε παρεμβάσεις εναντίον ισραηλινών τουριστών κατά τη διάρκεια της τουριστικής σεζόν. Με δεδομένες τις κάθετες διαχωριστικές γραμμές που χαράχτηκαν ανάμεσα σε «ισραηλινούς αποικιοκράτες» και «παλαιστίνιους αποικιοκρατούμενους» οι παρεμβάσεις δεν αξιοποίησαν καν την κρίση που υπάρχει στο εσωτερικό του Ισραήλ και ως αποτέλεσμα δεν διανοήθηκαν την ανάδειξη των αντιπολεμικών/αντιμιλιταριστικών κινητοποιήσεων εκεί. Αυτό πέρα από το ότι, οπωσδήποτε, θα ενοχλούσε ειδικά τους φανατικούς υποστηρικτές της πολεμικής σύγκρουσης μεταξύ των τουριστών θα έδινε κι ένα διεθνιστικό περιεχόμενο σε τέτοιου είδους παρεμβάσεις.
Μέρος Β΄: Η τομή της Δεύτερης Ιντιφάντα στο εσωτερικό του Ισραήλ, το νεοφιλελεύθερο απαρχάιντ
Καταπιανόμενοι/ες με το ζήτημα, βασικές μας αναφορές ήταν η μπροσούρα των Aufheben «Πίσω από την Ιντιφάντα του 21ου Aιώνα» που εκδόθηκε πριν από 20 και πλέον χρόνια στη συγκυρία της Δεύτερης Ιντιφάντα, ενώ στην τωρινή συγκυρία βάλαμε δίπλα της τις δύο συνεντεύξεις του Εμίλιο Μινασιάν: «Γάζα: Μια ακραία στρατιωτικοποίηση του ταξικού πολέμου» και «Παλαιστίνη: Λαός ή Τάξη;». Τόσο οι Aufheben όσο και ο Μινασιάν βάζουν στο επίκεντρο τις εκμεταλλευτικές σχέσεις στον σχηματισμό Παλαιστίνη/Ισραήλ και όχι, όπως είθισται, την «εθνική καταπίεση». Στρέψαμε τη ματιά μας προς το εσωτερικό του κοινωνικού σχηματισμού και επικεντρώσαμε στην καπιταλιστική ανάπτυξη και τις ταξικές σχέσεις στο καθαυτό Ισραήλ και στα ημικράτη της Γάζας και της Δυτικής Όχθης.
*
Εντοπίζουμε και αναδεικνύουμε μια τομή στις κοινωνικές σχέσεις με τη Δεύτερη Ιντιφάντα. Μετά την εξέγερση του 2000-5 και την συνεπαγόμενη ύφεση στο εσωτερικό του Ισραήλ, το 2001-2003, η πραγματικότητα άλλαξε. Η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική αναδιάρθρωση εντείνεται –και στις δύο πλευρές της Πράσινης Γραμμής– και βαθαίνει ακόμη περισσότερο με την παγκόσμια κρίση του 2007-8. Στο εσωτερικό του Ισραήλ, το κοινωνικό συμβόλαιο αναδιαρθωνόταν βίαια:
- Η μέχρι το 2006 κυβέρνηση Σαρόν, με υπουργό οικονομικών τον Νετανιάχου, επιτίθεται με σφοδρότητα στον μισθό, άμεσο και έμμεσο:
- Συγκράτηση μισθών (ήδη από τις αρχές του 2000, βλ. Εικόνα 1) και περικοπές κάθε είδους επιδομάτων.
- Αλλαγή των εργασιακών σχέσεων και των σχέσεων μεταξύ εργασίας και ανεργίας.
- Αλλαγές στο συνταξιοδοτικό, με διαρκείς νομοθετικές μεταρρυθμίσεις σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, προς την κατεύθυνση της ατομικοποίησης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
- Από το 2009, η κρατική γη ιδιωτικοποιείται ραγδαία –μέσω αλλαγής και των αντίστοιχων νομοθετικών ρυθμίσεων– και εντάσσεται στον κύκλο της καπιταλιστικής αξιοποίησης, εντείνοντας παράλληλα το φαινόμενο των βίαιων εποικισμών στα εδάφη που μέχρι τότε βρίσκονταν υπό την κυριαρχία της Παλαιστινιακής Αρχής. Πρόκειται για τα πρώτα βήματα μιας διαδικασίας που αργότερα θα οδηγήσει στην ανάπτυξη και γενίκευση της κερδοσκοπίας επί της τιμής των ακινήτων και συνακόλουθα στη δημιουργία διαδοχικών φουσκών. Με άλλα λόγια, πρόκειται για τη διαδικασία που θα επιτρέψει τη διόγκωση του ιδιωτικού χρέους και την καθιέρωση μιας νέας σχέσης και αναλογίας μεταξύ χρέους και εργατικού μισθού, ενός από τους κεντρικούς πυλώνες της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής διαχείρισης.
Στα παλαιστινιακά ημικράτη εφαρμόζεται παράλληλα η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση ως απόλυτα εδραιωμένο πλέον απαρτχάιντ μέσα από:
- ακραία γκετοποίηση με το στήσιμο των τειχών του απαρτχάιντ (βλέπε, περιτειχισμένοι θύλακες στη Δυτική Όχθη μετά το 2002, οχύρωση φράχτη Γάζας το 2005),
- διοικητική διχοτόμηση της παλαιστινιακής επικράτειας με την ανάδυση της Χαμάς ως διοικητικού μηχανισμού στη Γάζα (με το χτίσιμο μιας ημι-ανεξάρτητης οικονομίας),
- βάθεμα της συνθήκης του πλεονάζοντος προλεταριάτου μέσω της μείωσης της εισόδου εργατικού δυναμικού που εισέρχεται στο Ισραήλ από τους παλαιστινιακούς θύλακες (έστω πρόσκαιρη, βλέπε Εικόνα 2) και εξάρτηση της επιβίωσης από την παραοικονομία και τα συσσίτια διεθνών οργανισμών, ιδίως στη Γάζα,
- ανάδυση της τακτικής της συλλογικής τιμωρίας από το ισραηλινό κράτος (βομβαρδισμοί, μαζική αφαίρεση αδειών εργασίας κ.λπ.) ως μέσο διαχείρισης του πληθυσμού και περιορισμού της οικονομικής ανεξαρτησίας της Γάζας,
- ανάδειξη του νέου καθεστώτος Φαγιάντ-Αμπάς, με την επιβολή μέτρων λιτότητας και την εμπλοκή και του ΔΝΤ, την επιβολή, δηλαδή, ενός μοντέλου που διαδέχεται την εποχή Αραφάτ και το τέλος του ρόλου της Φατάχ ως αντιστασιακής οργάνωσης,
- οξυμένη εποικιστική πολιτική και εκτοπισμοί σε Δυτική Όχθη και Ιερουσαλήμ
Είναι αυτό που ο μελετητής Άντι Κλάρνο αποκαλεί νεοφιλελεύθερο απαρτχάιντ και που στην πραγματικότητα εκκινεί με τις συμφωνίες του Όσλο τη δεκαετία του 1990:
- Ως νεοφιλελεύθερο απαρτχάιντ μπορεί να θεωρήσουμε τη διοικητική-νομοθετική παγίωση της ρατσιστικής διαστρωμάτωσης του πληθυσμού με όρους βιοπολιτικής, στην ιδιαίτερη συνθήκη που το παλαιστινιακό εργατικό δυναμικό καθίσταται μερικώς πλεονάζον (ήδη μετά την πρώτη Ιντιφάντα, βλέπε Εικόνα 3), ενώ ταυτόχρονα η πιο δυνατή φράξια της παλαιστινιακής αστική τάξης αναγνωρίζεται ως κοινωνικός εταίρος του ισραηλινού κράτους στη θέση του υπεργολάβου-δεσμοφύλακα.
- Κεντρικό εργαλείο του νεοφιλελεύθερου απαρτχάιντ είναι το σύστημα αδειών εργασίας που λειτουργεί ως μηχανισμός ελέγχου της ροής της εργασιακής δύναμης αλλά και ως πολιτική πειθάρχησης, ακόμα και ως μέσο επιβολής συλλογικής τιμωρίας, αφού οι άδειες ακυρώνονται μαζικά ως αντίποινα μετά από ένοπλες επιθέσεις ή συλλογικές κινητοποιήσεις. Άλλοι Παλαιστίνιοι περνούν με άδεια για δουλειά, άλλοι αποκλείονται εντελώς και άλλοι, αυτοί που εντάσσονται στη διαχειρίστρια αστική τάξη της Παλαιστινιακής Αρχής έχουν διαρκές VIP pass, αναλαμβάνοντας την επιτήρηση και την πειθάρχηση των ίδιων τους των κοινοτήτων. Εδώ αναδεικνύεται ακόμα περισσότερο η ταξική διάσταση του απαρτχάιντ.
- Βάσει των παραπάνω, το απαρτχάιντ αυτού του είδους διακρίνεται από έναν χαρακτήρα ρευστότητας: η ρατσιστική διαστωμάτωση επιβάλλεται με εκλεπτυσμένους, συχνά ατομικοποιημένους και μεταβαλλόμενους πειθαρχικούς όρους, και όχι με παραδοσιακούς και άκαμπτους φυλετικούς νόμους.
Τελικά, μόνο στα πλαίσια του νέου ημι-αυτόνομου καπιταλιστικού σχηματισμού που λειτουργεί υπό τη σκέπη της Παλαιστινιακής Αρχής στη μετα-Όσλο εποχή μπορεί να υποτιμηθεί ακόμα περισσότερο το ήδη υποτιμημένο παλαιστινιακό προλεταριάτο, ενώ από την άλλη, η πειθάρχηση και η καθήλωση των μισθών του –πιο εξασφαλισμένου– ισραηλινού προλεταριάτου προϋποθέτει την περαιτέρω περιθωριοποίηση του υποτιμημένου παλαιστινιακού (καθιερώνοντας σταδιακά πλήρως την εικόνα-σκιάχτρο του Παλαιστίνιου ως ισλαμιστή τρομοκράτη). Έτσι, το εθνικό τσιμέντωμα, η απομόνωση και όξυνση της αντιπαλότητας των δύο εργατικών τάξεων έρχεται να εδραιώσει τη νεοφιλελευθεροποίηση και στις δύο πλευρές των τειχών. Εν τέλει, το τίμημα βαραίνει το προλεταριάτο και από τις δύο μεριές, έστω και άνισα.



Μέρος Γ΄: Παλαιστίνη – Λαός ή Τάξη;
Η διάκριση μεταξύ «επιτιθέμενων και απειλούμενων», μεταξύ «καταπιεστικών και καταπιεσμένων εθνών» αποκρύπτει τα διακριτά ταξικά συμφέροντα και τα αντικαθιστά με τα συμφέροντα του «λαού» και τα γενικά συμφέροντα του «καταπιεσμένου έθνους». Ο Μινασιάν αναλύει –στη δεύτερη συνέντευξή του κυρίως– τον εθνικισμό ως ένα πεδίο μέσα στο οποίο το προλεταριάτο μπορεί να παγιδευτεί. Βλέπει, όμως, ότι μπορεί και να αναζητήσει στις εθνικές σημαίες ορισμένες μορφές παρουσίας, όταν πια έχει αποκοπεί από κάθε άλλη συλλογική πολιτική έκφραση. Ο «λαός» λειτουργεί για τον Μινασιάν ως έσχατη μορφή πολιτικοποίησης.
Είναι μια θεώρηση που προσπαθεί να εντοπίσει μια ανατρεπτική δυναμική στη μορφή που παίρνουν οι κοινωνικοί αγώνες των Παλαιστινίων στις συνθήκες της απόλυτης γκετοποίησης και πλεονασματοποίησης του παλαιστινιακού πληθυσμού που εδραιώθηκαν για τα καλά μετά τη Δεύτερη Ιντιφάντα, με αποτέλεσμα μεταξύ άλλων οι παλαιστίνιοι προλετάριοι να μην μπορούν να ασκήσουν πιέσεις προς το ισραηλινό κεφάλαιο με τον ίδιο άμεσο τρόπο όπως παλιά.
Συμφωνούμε με την άποψη του Μινασιάν, αλλά μόνο στον βαθμό που έχουμε να κάνουμε με αγώνες που όντως βάζουν σε προτεραιότητα τα κοινωνικά-ταξικά ζητήματα και οι οποίοι δεν συγκροτούνται στη βάση του οράματος για σύσταση έθνους-κράτους. Άρα, σε αγώνες που η επίκληση στον λαό είναι όντως δευτερεύουσα. Σε αγώνες που, παρά τις όποιες επικλήσεις στο έθνος, η προτεραιότητα δίνεται στην ικανοποίηση των προλεταριακών αναγκών. Σε αγώνες που το ταξικό επίδικο είναι παρόν και ισχυρότερο και αφήνεται περιθώριο για περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση –εν προκειμένω ακόμα και για συνάντηση με την «απέναντι πλευρά» (τα παραδείγματα είναι λίγα, αλλά υπαρκτά).
Αυτή παρατήρησή μας δεν είναι θεωρητική και δεν προκύπτει ειδικά μέσα από τη διεξοδική παρακολούθηση των εξελίξεων στη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά στηρίζεται περισσότερο στην εμπειρία μας από τη συμμετοχή μας σε αγώνες τα τελευταία 15 χρόνια, ενάντια στα διάφορα επεισόδια της κρατικής επίθεσης στο εγχώριο προλεταριάτο, τις πολιτικές των περικοπών και της λιτότητας. Για παράδειγμα:
- στο πλαίσιο του κινήματος των πλατειών του 2011-2012, σε αγώνες για ελεύθερη μετακίνηση στα μμμ, σε αγώνες ενάντια στο «χαράτσι» της ΔΕΗ (δηλαδή το ειδικό τέλος ακινήτων που ενσωματώθηκε εκβιαστικά στους λογαριασμούς ρεύματος το 2011), σε αγώνες ενάντια στα νομοσχέδια της λιτότητας,
- ή κατά τη διάρκεια της covid-19, στη μίνι εξέγερση στη Νέα Σμύρνη ενάντια στους περιορισμούς των λοκντάουν, στους αγώνες των –ανεσταλμένων– υγειονομικών ενάντια στις κρατικές υποχρεωτικότητες και στη διάλυση του ΕΣΥ.
Καλώς ή κακώς, παγκοσμίως, μαζικά και διακλαδικά κινήματα στα οποία να συμμετέχει μόνο η εργατική τάξη δεν υπάρχουν πια παρά μόνο στο επίπεδο της φαντασίας. Τα κοινωνικά κινήματα σήμερα είναι διαταξικά. Όμοια, τα αιτήματα και τα περιεχόμενά τους δεν είναι αμιγώς εργατικά.
Ο Μινασιάν αφήνει θολό το αν οι αγώνες στους οποίους αναφέρεται έχουν κυρίαρχα κοινωνική-ταξική και όχι εθνική-πολιτική διάσταση και τι είδους είναι η αλληλεγγύη που προτείνει. Η γραμμή είναι λεπτή, αλλά αν θέλουμε να είμαστε πιο σαφείς, μπορούμε να αναφέρουμε ορισμένα παραδείγματα τέτοιων κοινωνικών-ταξικών αγώνων από την πλευρά των Παλαιστινίων:
- Κινήματα διαμαρτυρίας και ταραχές ενάντια στη μαζική φτωχοποίηση και ένδεια (π.χ. με τις περικοπές επιδομάτων και τις διακοπές ηλεκτρικού ρεύματος) με αποκορύφωμα το κίνημα «Θέλουμε να ζήσουμε» στη Γάζα το 2019 και πάλι το καλοκαίρι του 2023, και ξανά την άνοιξη του 2025 όπου το ειδικό επίδικο ήταν ο τερματισμός του πολέμου και η απομάκρυνση της Χαμάς.
- Απεργίες που γίνονται σε εργασιακούς χώρους ενάντια είτε σε ισραηλινά είτε σε παλαιστινιακά αφεντικά, π.χ. στις πολυάριθμες βιομηχανικές ζώνες της Δυτικής Όχθης, απεργίες δασκάλων και άλλων δημοσίων υπαλλήλων στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα.
- Διαμαρτυρίες ενάντια στους εκτοπισμούς από σπίτια και χωράφια Παλαιστινίων από τους εβραίους εποίκους, π.χ. αγώνες ενάντια στις εξώσεις στην ανατολική Ιερουσαλήμ, το 2021, γνωστές ως Unity Intifada, που γενικεύτηκαν με απεργίες σε ολόκληρη τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, αλλά και στο εσωτερικό του Ισραήλ και σε όλο τον κόσμο, και διήρκεσαν σε κύματα και μέχρι το 2023.
- Αγώνες ενάντια στα τείχη του απαρτχάιντ, όπως έγινε με τη Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής, το 2018, που σε ένα γνωστό μοτίβο επιχείρησε να στρατιωτικοποιήσει και να καπελώσει η Χαμάς και που κατεστάλησαν βίαια από τις σφαίρες του IDF.
Όσο βέβαια δεν υπάρχει ένας κάποιος συντονισμός των παραπάνω αγώνων με κόσμο από την άλλη μεριά της Πράσινης Γραμμής, η αποτελεσματικότητά τους μένει περιορισμένη. Ο συντονισμός αυτός είναι υπαρκτός, πάντως, εντός του καθαυτού Ισραήλ στους μεγάλους εργασιακούς χώρους του δημόσιου τομέα –εκπαίδευση, υγεία και μμμ– εκεί που οι Άραβες/Παλαιστίνιοι Ισραηλινοί εργαζόμενοι συναντιούνται με τους Εβραίους Ισραηλινούς εργαζόμενους. Αντίθετα από τον Μινασιάν, δεν βλέπουμε, πάντως, να εκπροσωπούν τέτοιους αγώνες διάφορες νεοαναδυόμενες ένοπλες ομαδώσεις, απλά στη βάση του ότι οργανώνονται από τα κάτω ή επειδή δεν αποδέχονται την εξουσία της Παλαιστινιακής Αρχής, καθώς στρεφόμενοι προς το «αντάρτικο» καταλήγουν τελικά να στρατιωτικοποιούν και να εθνικοποιούν εκ νέου το κοινωνικό ζήτημα.
Μέρος Δ΄: Η (Εθνική) «Αντίσταση» και η 7η Οκτώβρη
Ο Μινασιάν, στις δύο συνεντεύξεις του, επιχειρεί να ερμηνεύσει το κοινωνικό-ιστορικό υπόβαθρο της επίθεσης της 7ης Οκτωβρίου και των επακόλουθων στρατιωτικών επιχειρήσεων του Ισραήλ. Από τη σκοπιά των κοινωνικών αγώνων, το υπόβαθρο αυτό αναδύθηκε στον απόηχο της Δεύτερης Ιντιφάντα (2000-2005), μέσα από τη συστηματική διαχείριση και καταστολή της παλαιστινιακής εργατικής τάξης.
Είναι ειδικά με την τομή αυτής της εξέγερσης που μπορούμε να αρχίσουμε να μιλάμε για την «παλαιστινιακή αντίσταση» –με την έννοια των ένοπλων ενεργειών σε βάρος ισραηλινών στόχων– ως ένα διπλωματικό εργαλείο διαπραγμάτευσης, όπως το αναδεικνύει ο Μινασιάν. Από αυτή τη σκοπιά, η «αντίσταση», που κύριος εκφραστής της είναι η Χαμάς –ως διοικήτρια ενός ημικράτους πια– δεν είναι καν εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, αλλά ένας τρόπος διατήρησης του στάτους τής εν λόγω οργάνωσης για τη νομιμοποίηση του εκμεταλλευτικού μοντέλου που έστησε στη Γάζα. Κάθε ρουκέτα λοιπόν έχει τριπλό στόχο:
- την εσωτερική νομιμοποίηση της οργάνωσης ως πατριωτικής-αντιστασιακής, άρα και του αντίστοιχου καθεστώτος στη Γάζα,
- τη στρατιωτικοποίηση και εκτροπή των κοινωνικών αγώνων που στρέφονταν ενάντια στο απαρτχάιντ και την εσωτερική ένδεια με όρους μαζικής ανυπακοής,
- τη δημιουργία «διπλωματικών επεισοδίων» ανάλογα με τις ανάγκες και των συμμάχων.
Η 7η Οκτώβρη μπορεί να εκληφθεί ως στιγμή έκρηξης των αντιφάσεων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής· ως μια τομή και για την ίδια την πολιτική της Χαμάς, στην οποία οδηγήθηκε λόγω μιας πληθώρας παραγόντων:
- πρωτίστως λόγω της όξυνσης των εσωτερικών ταξικών συγκρούσεων στη Λωρίδα της Γάζας που έπρεπε να περισταλούν και να εθνικοποιηθούν,
- λόγω του συνεχιζόμενου στραγγαλισμού της οικονομίας της Γάζας από Ισραήλ και Παλαιστινιακή Αρχή που καθιστούσαν τη θέση του χωροφύλακα εντελώς αδιέξοδη και ευάλωτη,
- λόγω της επακόλουθης αναζήτησης μεγαλύτερης οικονομικής στήριξης από χώρες της Μέσης Ανατολής κατά την τελευταία 20ετία,
- λόγω της επαπειλούμενης συμπερίληψης της Σαουδικής Αραβίας στις Συμφωνίες του Αβραάμ και του ορατού πλέον κινδύνου οι Συμφωνίες να προχωρήσουν και να γίνουν πράξη, βάζοντας οριστικά στο περιθώριο τη Χαμάς, ως παίκτη στη Μέση Ανατολή.
Η 7η Οκτώβρη και η επακόλουθη υιοθέτηση του ανταρτοπόλεμου ως τακτική αντιπαράθεσης με το Ισραήλ, ορθώς κατά τον Μινασιάν, δεν μπορούν να ιδωθούν ως κομμάτι ενός λαϊκού εθνικο-απελευθερωτικού κινήματος (πόσω μάλλον ως ταξικός αγώνας). Από τη μία, διότι δύσκολα μπορεί να υποστηριχθεί ότι υπήρξε μια πραγματιστική στόχευση «εθνικής απελευθέρωσης» πίσω από την αρχική επίθεση και από την άλλη, επειδή δεν υπήρχε κανένα μαζικό εθνικό κίνημα στο οποίο να εδραζόταν μια τέτοια στόχευση. Τουναντίον αυτό που υπήρχε ήταν κοινωνικός αναβρασμός (βλ. συγκρουσιακές διαδηλώσεις Ιούλιος-Αύγουστος 2023) ενάντια και στη διαχειρίστρια Χαμάς και τον ισραηλινό εντολέα της, ενώ επιπλέον δεν ξεπήδησε τελικά κάποιο αντίστοιχο μαζικό (ένοπλο ή μη) κίνημα από τους Παλαιστινίους στη Δυτική Όχθη και εντός του Ισραήλ.
Μέρος Ε΄: Κρίση των ταξικών σχέσεων και κοινωνικοί αγώνες εντός του Ισραήλ
Η έκρηξη του πολέμου στη Γάζα ήταν η πιο βίαιη εκδήλωση της διαρκούς κρίσης των ταξικών σχέσεων που υπέβοσκε εντός του ισραηλινού κοινωνικού σχηματισμού. Στο εσωτερικό του Ισραήλ, οι εσωτερικές διαιρέσεις, η φθορά της κοινωνικής συναίνεσης και η όξυνση των ταξικών συγκρούσεων για μια μακρόσυρτη περίοδο από το 2011 μέχρι και τις παραμονές της 7ης Οκτώβρη εκφράζουν την εύθραυστη ισορροπία πάνω στην οποία στηρίζεται το νεοφιλελεύθερο απαρτχάιντ. Η μακρόσυρτη περίοδος δυναμικών κοινωνικών διεκδικήσεων ξεσπάει σε ευθεία σύνδεση με τον κύκλο αγώνων που άνοιξε η Αραβική Άνοιξη και εξελίσσεται σε τρεις κύκλους αγώνων:
- 2011: ενάντια στο κόστος ζωής και ειδικότερα το κόστος στέγασης με μαζικές διαδηλώσεις και επί μήνες κατάληψη των κεντρικών λεωφόρων του Τελ-Αβίβ. Δυστυχώς, ενώ η Αραβική Άνοιξη μεταδίδει τη σπίθα της και στην άλλη πλευρά της Πράσινης Γραμμή οι δύο κινήσεις δεν συναντήθηκαν.
- 2015-2020: ενάντια στην αστυνομική βία, τον θεσμικό ρατσισμό (Αιθίοπες Εβραίοι, Ισραηλινοί Άραβες), τις γυναικοκτονίες, και για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των οικιακών μεταναστριών εργατριών.
- 2020-2023: ενάντια στην ψηφιακή επιτήρηση και τα green pass μέσα από ένα μαζικό κίνημα που έλαβε χώρα εν μέσω λοκντάουν (Απρίλιος 2020), ενάντια στη δικαστική μεταρρύθμιση με κύριο επίδικο την διαμάχη για αναθεώρηση του χαρακτήρα του κράτους, ως ειδικά εβραϊκού κράτους, και ενάντια στο επιχειρούμενο βάθεμα των διακρίσεων και την όξυνση της εποικιστικής πολιτικής, κίνημα που ήταν σε εξέλιξη τον Οκτώβρη του 2023. Αξίζει να πούμε περισσότερα για αυτή τη μεταρρύθμιση που ήταν η πρώτη κίνηση του κυβερνητικού συνασπιστικού συνασπισμού που ηγείται ο Νετανιάχου, τον Δεκέμβρη του 2023. Επρόκειτο για μια βαθιά κρατική τομή που στρεφόταν ενάντια όχι μόνο στις εθνοτικές μειονότητες εντός του καθαυτό Ισραηλινού κράτους, αλλά και ενάντια στις γυναίκες και την lgbtqi+ κοινότητα και επιπλέον περιόριζε σημαντικά τη συνδικαλιστική δραστηριότητα –ειδικότερα εκείνων των ανεξάρτητων συνδικαλιστικών ενώσεων που εκπροσωπούσαν το πολυεθνικό προλεταριάτο, αραβικό, παλαιστινιακό και από τη Δυτική Όχθη και από το καθαυτό Ισραήλ κ.α.– και νομιμοποιούσε τη λογοκρισία στα ΜΜΕ. Η μεταρρύθμιση στράφηκε ενάντια στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο έστω και σε μειοψηφικές περιπτώσεις έβαζε φρένο στους ξέφρενους ρυθμούς του εποικισμού στη Δυτική Όχθη, βγάζοντας σε κάποιες περιπτώσεις αποφάσεις ότι είναι παράνομοι.
Η απονομιμοποίηση των κοινωνικών σχέσεων εκφράστηκε και σε θεσμικό επίπεδο με τις πέντε εκλογικές αναμετρήσεις που έλαβαν χώρα από το 2019 μέχρι την τελική επικράτηση του συνασπιστικού σχήματος Νετανιάχου στο τέλος του 2022.
Μακριά από το να είναι ένα ομοιογενές μπλοκ, η ισραηλινή κοινωνία διατρέχεται από εθνοτικές, θρησκευτικές, κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις: μεταξύ εβραίων και αράβων, μεταξύ θρησκευόμενων και κοσμικών, μεταξύ φιλελεύθερων και υπερεθνικιστών και μεταξύ των αστικών κέντρων της παράκτιας πεδιάδας και των περιθωριοποιημένων (και κατά κανόνα πιο συντηρητικών) περιφερειών. Το επίπεδο οικονομικής ανισότητας εντός της συγκρίνεται με αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών.
Παίρνοντας αποστάσεις από την ανάγνωση της συγκυρίας μέσα από γεωπολιτικές κατηγορίες ή μέσα από το αντι-αποικιοκρατικό και αντι-ιμπεριαλιστικό σχήμα, ερμηνεύουμε τις εκτεταμένες πολεμικές επιχειρήσεις του Ισραήλ από την 7η Οκτωβρίου και μετά, ως απόπειρα επίλυσης της όξυνσης ταξικού ανταγωνισμού και ανεπιτυχούς –όπως φαίνεται– αποκατάστασης της εύθραυστης κοινωνικής συναίνεσης.
Εν κατακλείδι
Όταν μιλά κανείς για «Παλαιστίνη» αναφέρεται αναπόφευκτα στους παλαιστίνιους/ες ως λαό, μια ταυτότητα που είναι πραγματικά παρούσα και έχει συγκεκριμένες υλικές προϋποθέσεις (απαρτχάιντ, ρατσιστική διαστρωμάτωση), αλλά και εκφράσεις (κοινωνικοί αγώνες στη βάση της εθνικής ταυτότητας). Θέλει δεν θέλει καμιά, όμως, η παλαιστινιακή κοινωνία έχει τάξεις. Η συλλήβδην ταύτιση του Παλαιστίνιου με την εργατική τάξη (όποτε επιχειρείται) είναι ολωσδιόλου κατασκευασμένη και βεβιασμένη από ιδεολογικές στρατηγικές σκοπιμότητες. Αντίστοιχα, μιλώντας για την ισραηλινή κοινωνία, πρόκειται για μια ταξικά και όχι μόνο (και εθνοτικά) διαιρεμένη κοινωνία και η ταύτιση του Ισραηλινού με τον εκμεταλλευτή είναι εξίσου αυθαίρετη κατασκευή, για να εξυπηρετεί εθνοκεντρικά και νεο-αντιαποικιοκρατικά αφηγήματα. Οι αγώνες του ισραηλινού προλεταριάτου και οι μειοψηφικές έστω αλλά επίμονες αντιπολεμικές φωνές που έχουν εκφραστεί τόσο σε περασμένες πολεμικές κρίσεις και ακούγονται με ιδιαίτερη ένταση κατά την τρέχουσα αστυνομικο-στρατιωτική ισραηλινή επιχείρηση είναι η κατεύθυνση που θέλουμε να φωτίσουμε και να αναδείξουμε, και όχι η ανυπόστατη οπτική των ισραηλινών ως ενοποιημένου λαού.
Κι αν το κεντρικό ερώτημα που τίθεται τελικά είναι «μπορεί ένα λαϊκό μέτωπο εθνικής απελευθέρωσης στην Παλαιστίνη να βελτιώσει την κατάσταση της εργατικής τάξης;» η απάντηση είναι: κατηγορηματικά όχι. Το αντίθετο: ο θρυλούμενος ως αγώνας για εθνική απελευθέρωση των παλαιστινίων, όπως πρακτικά μας το απέδειξαν όχι μόνο τα αποτελέσματα του τρέχοντος διετούς πολέμου, αλλά και των τελευταίων 50 και βάλε χρόνων εθνικής αντίστασης για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, περνάει πάνω από τα πτώματα του παλαιστινιακού προλεταριάτου.
Εισήγηση από Λιποτάκτριες της Καπιταλιστικής ειρήνης για την εκδήλωση «Παλαιστίνη: λαός ή τάξη;»